Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Μπάροουζ Φρέντερικ Σκίννερ (1904-1990)

B.F.Skinner (1938 – 1953 – 1974): Ριζοσπαστικός Συμπεριφορισμός ή Συντελεστική Μάθηση: Συνδυασμός του Παβλόφ και του Θορντάικ, ιδιαίτερα του νόμου της αποτελεσματικότητας. Έφτιαξε ένα κλουβί παρόμοιο με του Θορντάικ, μόνο που εδώ είχε κι άλλα ερεθίσματα με άλλα αποτελέσματα, εκτός από την τροφή και τον διακόπτη. Αυτό έμεινε στην ιστορία με το όνομα «Το κουτί του Σκίνερ». Εκεί έλεγχε ποντίκια και περιστέρια. Το αποτέλεσμά του ήταν να αντιστρέψει τον νόμο του αποτελέσματος του Θορντάικ και να πει ότι μια συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν εξαρτάται από τις συνέπειες που ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ να ακολουθήσουν, αλλά από τις συνέπειες που ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ήδη μετά από μια τέτοια συμπεριφορά στο παρελθόν. Τα είδη των ενισχυτών της κάθε αντίδρασης είναι: υλικοί ενισχυτές, κοινωνικοί ενισχυτές, ενισχυτές δραστηριότητας, ενισχυτές πληροφόρησης, αρνητικοί ή αποστροφικοί ενισχυτές ενώ η συντελεστική μάθηση διακρίνεται σε θετική ενίσχυση, αρνητική ενίσχυση, μάθηση διαφυγής, τιμωρία, έμμεση τιμωρία, (κοινωνική απομόνωση, διακοπή προνομίων), απόσβεση. Πάρα πολλές χρήσεις μέσα στην τάξη. Ο Σκίνερ δέχτηκε μεγάλη κριτική από τον Τσόμσκι που του προσήπτε ότι δεν λαμβάνει υπ’ όψιν την τις εσωτερικές διεργασίες του οργανισμού, ότι η ένταση των ερεθισμάτων εξαρτάται έτσι κι αλλιώς από το υποκείμενο, ότι τα ποντίκια και τα περιστέρια δεν είναι άνθρωποι, και κυρίως, αυτός και οι υπόλοιποι γλωσσολόγοι ότι γλώσσα δεν είναι μόνο επιφανειακά χαρακτηριστικά αλλά και βαθύτερες έννοιες όπως αυτή της μετασχηματιστικής γραμματικής.  Πηγή






B.F Skinner
Αρχές μάθησης του Συμπεριφορισμού – Προγραμματισμένη διδασκαλία
(Β.F. Skinner)

Ø  Ενεργός συμμετοχή του μαθητή
Ø  Δόμηση της διδακτέας ύλης σε σύντομες διδακτικές ενότητες
Ø Παρουσίαση της ύλης σύμφωνα με τους ρυθμούς του μαθητή
Ø Ενίσχυση των προσπαθειών του μαθητή και άμεση επαλήθευση της απάντησής του
Ø  Επιβράβευση της σωστής απάντησης
Εφαρμογή του Συμπεριφορισμού – Γραμμική Οργάνωση
(B.F. Skinner)
 
Skinner B. F. Η  μάθηση  προχωρά γραμμικά χωρίς διακλαδώσεις (μηχανές Skinner). H αλληλουχία της ύλης είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένη ώστε να μπορούν να την ακολουθήσουν όλοι οι μαθητές. Κάθε διδακτικό βήμα αποτελείται από τέσσερα στοιχεία : α) μία πληροφορία,
β) μία ερώτηση,
γ) ένα κενό για να δοθεί η απάντηση από το μαθητή και
δ) τη σωστή απάντηση.  


Ο Skinner δέχθηκε το μοντέλο της κλασικής υποκατάστασης που δημιουργήθηκε από τον Pavlov και αναπτύχθηκε από τους Watson και Guthrie. Πίστευε όμως, πως αυτού του είδους η υποκατάσταση επεξηγούσε μόνο ένα μικρό τμήμα της ανθρώπινης και ζωικής συμπεριφοράς. Πίστευε, πώς οι περισσότερες αντιδράσεις των ανθρώπων δεν προέρχονται από οφθαλμοφανή ερεθίσματα. Η έννοια της ενίσχυσης είχε ήδη προταθεί από τον Thorndike, και ο Skinner ανέπτυξε την ιδέα αυτή ακόμα περισσότερο. Η θεωρία του Skinner βασίζεται στην συντελεστική υποκατάσταση. Αυτό που διακρίνει την συντελεστική υποκατάσταση σε σχέση με προηγούμενες μορφές συμπεριφορισμού (π.χ. Thorndike, Hull) είναι ότι: ο οργανισμός μπορεί να δημιουργήσει απόκριση αυτοβούλως, δηλαδή χωρίς την ανάγκη εξωτερικού ερεθίσματος. Ο οργανισμός, καθώς διεκπεραιώνει τις καθημερινές του δραστηριότητες, βρίσκεται στην διαδικασία της επενέργειας στο περιβάλλον. Κατά την διάρκεια αυτών των δραστηριοτήτων, ο οργανισμός έρχεται σε επαφή με ένα ειδικό ερέθισμα, που αποκαλείται ενισχυτικό ερέθισμα, ή απλώς ενισχυτής. Αυτό το ειδικό ερέθισμα έχει την ικανότητα να αυξάνει την συμπεριφορά που εκδηλώνεται ακριβώς πριν από τον ενισχυτή. Αυτή είναι η συντελεστική υποκατάσταση: «η συμπεριφορά ακολουθείται από κάποια συνέπεια, και η φύση αυτής της συνέπειας μετατρέπει την τάση του οργανισμού να επαναλάβει αυτή τη συμπεριφορά στο μέλλον». Μία συμπεριφορά που ακολουθείται από ένα ενισχυτικό ερέθισμα έχει σαν αποτέλεσμα την αυξημένη πιθανότητα επανεκδήλωσης της συμπεριφοράς αυτής.
Πηγή: http://invenio.lib.auth.gr/record/114941/files/ptuxiaki.pdf?version=1


Βιογραφικά Στοιχεία
Ο Μπάροουζ Φρέντερικ Σκίνερ γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου 1904 στην Πενσυλβανία της Αμερικής. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και η μητέρα του μια δυναμική και έξυπνη νοικοκυρά. Ο Σκίνερ μεγάλωσε από την οικογένειά του συντηρητικά και έχοντας γνώμονα τη σκληρή δουλειά. Υπήρξε ένα πολύ ενεργητικό και εξωστρεφές παιδί που λάτρευε τις κατασκευές και το παιχνίδι στην ύπαιθρο. Το ανέμελο παιδί στιγματίστηκε όταν ο αδελφός του πέθανε σε ηλικία 16 ετών από εγκεφαλικό ανεύρυσμα.
Ο Σκίνερ φοίτησε στο Κολέγιο του Χάμιλτον. Εγραφε για την εφημερίδα του σχολείου, δεν του άρεσε το ποδόσφαιρο και γενικά δεν μπορούσε να προσαρμοστεί καλά στο κλίμα. Αλλωστε ήταν άθεος και έπρεπε να βρίσκεται σε ένα σχολείο που τον υποχρέωνε να παρακολουθεί καθημερινά τη θεία λειτουργία.
Αυτό το παράξενο και ευφυές παιδί ονειρευόταν να γίνει συγγραφέας. Εγραφε συνεχώς ποιήματα και μυθιστορήματα. Μάλιστα όταν αποφοίτησε μετέτρεψε τη σοφίτα του πατρικού του σπιτιού σε «μέρος συγκέντρωσης», όπως το αποκαλούσε ο ίδιος, και κλεινόταν μέσα με τις ώρες για να δημιουργήσει. Δεν τα κατάφερνε όμως και τελικά αφιερώθηκε στο να γράφει άρθρα σε εφημερίδες, ενώ ζούσε στο Γκρίνουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης σχεδόν σαν τσιγγάνος. Αφού περιπλανήθηκε αρκετά, αποφάσισε να ξαναγυρίσει στα θρανία και μάλιστα σε αυτά του Χάρβαρντ. Το 1930 παίρνει το Μάστερ στην ψυχολογία και ένα χρόνο αργότερα το διδακτορικό του, για να συνεχίσει εκεί με την έρευνα. Την ίδια χρονιά μετακομίζει στη Μινεάπολη για να διδάξει στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότας. Εκεί γνωρίζει την Υβόννη Μπλου, την οποία νυμφεύεται και αποκτά μαζί της δύο κόρες. Η δεύτερη μάλιστα έγινε διάσημη ως το πρώτο παιδί που μεγάλωσε σε μια από τις ανακαλύψεις του Σκίνερ, μια κούνια αέρος!
Το 1945 έγινε καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα και τρία χρόνια αργότερα τον καλούν στο Χάρβαρντ, όπου έμεινε για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Μπ. Φρ. Σκίνερ δίδαξε εκατοντάδες υποψήφιους ψυχολόγους, έκανε σημαντική δουλειά στην έρευνα και έγραψε πάρα πολλά βιβλία. Μπορεί να μην πέτυχε ως συγγραφέας ιστοριών φαντασίας και ποίησης, αλλά έγινε ο πιο γνωστός συγγραφέας ψυχολογίας. Το γνωστότερο βιβλίο του είναι το «Walden ΙΙ» και αναφέρεται στην ανθρώπινη συμπεριφορά, πράγμα που ήταν ούτως ή άλλως το αντικείμενό του.
Ο Σκίνερ πέθανε στις 18 Αυγούστου του 1990 από λευχαιμία, ενώ από το 1987 λειτουργεί ίδρυμα που φέρει το όνομά του, το οποίο ενημερώνει τον κόσμο για τη δουλειά του και προωθεί τον ρόλο της κατανόησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Πηγή: http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=144939


Οι θεωρίες του Skinner (1957), βασίστηκαν σε πειράματα ζώων. Με βάση αυτή τη θεωρία τόσο η ανακλαστική όσο και η συντελεστική συμπεριφορά, μπορούν να αποκτηθούν και να τροποποιηθούν με τη μάθηση σε ελεγχόμενο περιβάλλον υπό ελεγχόμενες καθορισμένες συνθήκες και με την εφαρμογή θετικής ή αρνητικής ανάδρασης. Επεκτείνοντας αυτό το σκεπτικό υποστηρίζεται ότι το παιδί μαθαίνει τη γλώσσα όπως τα πειραματόζωα στο "κλουβί του Skinner", αντιδρώντας στα εξωτερικά ερεθίσματα που δέχεται από το γλωσσικό περιβάλλον.
Για παράδειγμα, η εκμάθηση της λέξης γάλα ξεκινά από τη διαπίστωση ότι η θέα του γάλακτος προκαλεί ευχάριστες αντιδράσεις στο πεινασμένο παιδί, όπως ευχαρίστηση, χαμόγελο, έκκριση σάλιου, προσπάθειες να πιάσει το ποτήρι με το γάλα κ.ο.κ. 
Οι αντιδράσεις αυτές εμφανίζονται όταν το ερέθισμα έχει σχέση με την τροφή. Το παιδί, επομένως, μαθαίνει τη λέξη γάλα όταν στο άκουσμα της την κατανοεί και αντιδρά με τον ίδιο τρόπο όπως στη θέα του γάλακτος. 
Σύμφωνα με θεωρία του συμπεριφορισμού, η μάθηση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με το σχηματισμό μιας συνεξάρτησης ανάμεσα στο άσχετο ακουστικό ερέθισμα της λέξης γάλα και στις ευχάριστες ανακλαστικές αντιδράσεις του παιδιού. Για να πραγματοποιηθεί αυτή, θα πρέπει κάθε φορά που η μητέρα παρουσιάζει το γάλα (=ανεξάρτητο ερέθισμα) να εκφωνεί τη λέξη γάλα (εξαρτημένο ερέθισμα), οπότε το παιδί θα αντιδρά με τον ίδιο φυσιολογικό τρόπο, δηλαδή τις ευχάριστες ανακλαστικές αντιδράσεις. Όταν αυτό επαναληφθεί πολλές φορές, τότε σχηματίζεται η επιδιωκόμενη συνεξάρτηση του ακουστικού ερεθίσματος (της λέξης γάλα, που στην προκειμένη περίπτωση αποκαλείται εξαρτημένο ερέθισμα) και των ανακλαστικών αντιδράσεων (που τώρα ονομάζονται εξαρτημένες αντιδράσεις).  Έτσι, η ακουστική παράσταση της λέξης υποκαθιστά την οπτική παράσταση. Η μάθηση αυτού του είδους βασίζεται στη μέθοδο της κλασικής υποκατάστασης.

'Ενα άλλο παράδειγμα αποτελεί η εκμάθηση της λέξης μπάλα. Για να μάθει το παιδί να την προφέρει σωστά, θα πρέπει κάθε φορά που αρθρώνει ένα ακουστικό σύνολο το οποίο ακουστικά μοιάζει με τη λέξη μπάλα, να δέχεται τη γλωσσική ενίσχυση του γονέα, ο οποίος επιβάλλεται να του απευθύνει το λόγο με προτάσεις του τύπου: Θέλεις την μπάλα; Αυτή είναι μια όμορφη μπάλα κ.ο.κ. Με αυτό τον τρόπο η αυθόρμητη γλωσσική αντίδραση του παιδιού [ba] (ανεξάρτητη αντίδραση) ενισχύεται προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση και διαμορφώνεται κατάλληλα, έως τη στιγμή που η γλωσσική αντίδραση [ba] αρθρωθεί ορθά ως [bala], προσδιορίζοντας το συγκεκριμένο αντικείμενο στο οποίο αναφέρεται. Ο τρόπος αυτός, σύμφωνα με τον οποίο το παιδί μαθαίνει να διαμορφώνει τη φωνολογική παραγωγή του με βάση τις ακουστικά ορθές λέξεις, βασίζεται στη συντελεστική υποκατάσταση. (Πηγή Δ. Κατή & εφημερίδα το ΄΄ΒΗΜΑ΄΄)




 


Ο Skinner διέκρινε δύο μορφές συμπεριφοράς: Την αντανακλαστική (ο οργανισμός αντιδρά στο περιβάλλον) και τη συντελεστική (ενεργός, αποτελεσματική= ο οργανισμός δρα στο περιβάλλον).
Υπάρχει ενεργητική συμμετοχή του οργανισμού και το άτομο μαθαίνει νέες συμπεριφορές από τις συνέπειες που έχει η συμπεριφορά του. Όταν το περιβάλλον αντιδρά με ενίσχυση, η συμπεριφορά επαναλαμβάνεται, διαφορετικά, όχι. Η ενίσχυση πρέπει να είναι άμεση.
Μορφές συντελεστικής μάθησης
Οι συνέπειες μιας αντίδρασης, κατά τον Skinner, ή αλλιώς τα είδη της συντελεστική μάθησης όπως τα ονομάζει είναι πέντε: η θετική ενίσχυση, η αρνητική ενίσχυση, η άμεση τιμωρία, η έμμεση τιμωρία και η απόσβεση.
     Θετική ενίσχυση·, αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί μία συμπεριφορά (ο μαθητής απαντά σωστά, επικροτείται από τον εκπαιδευτικό).
    Αρνητική ενίσχυση: αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί μία συμπεριφορά (ο μαθητής δεν κάνει τις εργασίες του, η δασκάλα τον απειλεί με μικρό βαθμό, ο μαθητής βάζει τα κλάματα, η δασκάλα τον παρηγορεί και αποσύρει την ποινή. Ο μαθητής θα χρησιμοποιεί τα δάκρυα για να αποφύγει ενοχλητικές καταστάσεις).
    Άμεση τιμωρία·, προσθήκη δυσάρεστου συναισθήματος, μειώνει την πιθανότητα μιας αντίδρασης, (ο μαθητής λέει μια «άσχημη» λέξη, ο δάσκαλος τον τιμωρεί, οπότε δεν το επαναλαμβάνει).
     Έμμεση τιμωρία·, ο μαθητής λέει μια «άσχημη» λέξη, ο δάσκαλος του στερεί το διάλειμμα, (διακοπή ευχάριστης κατάστασης), οπότε δεν το επαναλαμβάνει.
    Απόσβεση: έλλειψη ενίσχυσης ή και τιμωρίας (η μαθήτρια συμμετέχει, η δασκάλα ούτε την επιβραβεύει, ούτε την τιμωρεί. Η μαθήτρια αποθαρρύνεται και δε συμμετέχει ξανά).
Οι ενισχυτές είναι ερεθίσματα που αυξάνουν ή μειώνουν την πιθανότητα επανάληψης μίας συμπεριφοράς. Ορίζονται από την επίδραση τους. Όταν επιβάλλουμε τους αρνητικούς ενισχυτές είναι θετική τιμωρία. Όταν τις καταργούμε είναι θετική ενίσχυση.
 Ο Skinner απέδωσε την αναποτελεσματικότητα των σχολείων σχετικά με τη μάθηση των μαθητών στην ακατάλληλη ενίσχυση των μαθητών. Γι' αυτό προτείνει την μέθοδο της προγραμματισμένης διδασκαλίας. Πρόκειται για μια μέθοδο που στηρίζεται στις αρχές της συντελεστικής μάθησης, και κυρίως στην θετική και αρνητική ενίσχυση.
Οι αρχές της μάθησης, όπως διατυπώνονται από τον Skinner, απαιτούν την ενεργό συμμετοχή του παιδιού, τη δόμηση της διδακτέας ύλης σε σύντομες διδακτικές ενότητες, τη σταδιακή πρόοδο της διδασκόμενης ύλης σύμφωνα με τους ρυθμούς του μαθητή (προσαρμογή), την άμεση επαλήθευση της απάντησης του μαθητή, την ενίσχυση της σωστής απάντησης στην τιθέμενη ερώτηση.
Στην κλασική εκδοχή της, η προγραμματισμένη διδασκαλία χρησιμοποιούσε μηχανές με γραμμική οργάνωση (ευθύγραμμος σχεδιασμός), όπου η μάθηση προχωρούσε γραμμικά χωρίς διακλαδώσεις (η περίπτωση των μηχανών που αναπτύχθηκαν από τον Skinner). Η αλληλουχία της ύλης είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένη ώστε να μπορούν να την ακολουθήσουν όλοι οι μαθητές.
     Σε κάθε μαθητή δίνεται μια ορισμένη ύλη πολύ μικρής έκτασης.
     Ο μαθητής καλείται να απαντήσει σωστά σε μια ερώτηση ή να λύσει ένα πρόβλημα, δηλαδή να αντιδράσει ενεργητικά.
    Κάθε μαθητής πρέπει να λάβει αμέσως μετά την απάντησή του πληροφορίες για την ορθότητα της λύσης που έδωσε.
Ο συνδυασμός των παραπάνω βημάτων αποτελούν ένα μαθησιακό βήμα του προγράμματος. Στη συνέχεια, σε κάθε μαθησιακό βήμα στηρίζεται το επόμενο, έτσι ώστε ο μαθητής να οικοδομεί στις εμπειρίες του και να οδηγείται σταδιακά στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του.
Η προγραμματισμένη διδασκαλία στηρίζεται στις θετικές ενισχύσεις και στις ανατροφοδοτήσεις που δέχονται οι μαθητές και οι οποίες παρωθούν ή και αυξάνουν την επιθυμία του ατόμου για περισσότερη δράση και σκέψη. Δεν πρόκειται μόνο για εξωτερική ενίσχυση, αλλά για μια αυτόματη εσωτερική ενίσχυση, που δημιουργείται στο άτομο με την κατάκτηση των αντικειμένων διδασκαλίας. Αποτελεί ένα εσωτερικό κίνητρο, που όμως δε δεχόταν ο Skinner ως συμπεριφοριστής.
Πηγή: Ε. Ελληνιάδου, Ζ. Κλεφτάκη, Ν. Μπαλκίζας (2008). Η Συμβολή των Παιδαγωγικών Προσεγγίσεων στην Κατανόηση του Φαινομένου της Μάθησης. http://users.sch.gr/nikbalki/files/LearningTheories.pdf



Παιδεία είναι αυτό που επιβιώνει όταν όλα όσα έχουν μαθευτεί ξεχνιούνται.
Οι συνέπειες μιας πράξης επηρεάζουν την πιθανότητα να επαναληφθεί.
Αν είσαι μεγάλης ηλικίας, μην προσπαθήσεις να αλλάξεις τον εαυτό σου, άλλαξε το περιβάλλον σου.
Δεν πρέπει να διδάσκουμε τα μεγάλα βιβλία, πρέπει να διδάσκουμε την αγάπη για το διάβασμα.
Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι αν μπορούν οι μηχανές να σκέφτονται, αλλά αν μπορεί να σκέφτεται ο άνθρωπος.
Θαυμάζουμε ανθρώπους στο βαθμό που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τι κάνουν και, στην περίπτωση αυτή, το ρήμα «θαυμάζω» σημαίνει περισσότερο «μένω άναυδος».
Ένας άνθρωπος που έχει τιμωρηθεί, δεν θα είναι στο εξής λιγότερο επιρρεπής προς μια δεδομένη συμπεριφορά. Στην καλύτερη περίπτωση, μαθαίνει πώς να αποφεύγει την τιμωρία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου